δίκροτο — το (ενν. πλοίο), τρικάταρτο πολεμικό ιστιοφόρο πλοίο με δύο σειρές πυροβόλα σε κάθε πλευρά και τετράγωνα πανιά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
δίκροτος — η, ο (Α δίκροτος, ον) φρ. «δίκροτος, σφυγμός» ο σφυγμός που χτυπάει δύο φορές σε κάθε συστολή νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το δίκροτο πολεμικό ιστιοφόρο (17ος 19ος αιώνας) με τα πυροβόλα του τοποθετημένα σε δύο πυροβολεία αρχ. 1. φρ. «δικρότοισι… … Dictionary of Greek
δελίνι — και ντελίνι, το 1. κατάφρακτο πολεμικό ιστιοφόρο, δίκροτο ή τρίκροτο 2. (για πρόσ.) ο ψηλός, ο μεγαλόσωμος άνθρωπος. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. de ligne, που προήλθε από τη φρ. batiment de ligne «πλοίο της γραμμής»] … Dictionary of Greek
διπόντες — ο δίκροτο πλοίο … Dictionary of Greek
Αλέξανδρος Νιέφσκι — I (Alexander Nevsky, 1220 – 1263). Ρώσος δούκας. Στις 15 Ιουλίου 1240 νίκησε τους Σουηδούς στον ποταμό Νέβα και σταμάτησε έτσι την εισβολή στο δουκάτο του Νόβγκοροντ. Από τη νίκη του αυτή στον Νέβα (Neva) πήρε το όνομα Νιέφσκι, με το οποίο έμεινε … Dictionary of Greek
Ερεσός — Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ., 1.097 κάτ.) της Λέσβου. Βρίσκεται στο εσωτερικό του ομώνυμου όρμου. Αποτελεί έδρα του δήμου Ερεσού Αντίσσης. Η Ε. είναι αρχαιότατος οικισμός. Στη θέση Βίγλα ήταν χτισμένη η αρχαία πόλη, που φημιζόταν για το… … Dictionary of Greek
Θεοδωράκης — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αναστάσιος. Πλοιοκτήτης, από την Ύδρα. Διέθεσε για τον Αγώνα τα δύο του πλοία καθώς και μεγάλα χρηματικά ποσά. 2. Δημήτριος. Πλοίαρχος, γιος του προηγούμενου. Πήρε μέρος σε πέντε μεγάλες ναυμαχίες και σε διάφορες… … Dictionary of Greek
Κανάρης, Κωνσταντίνος — (Ψαρά 1793 – Αθήνα 1877). Αγωνιστής του 1821 και πολιτικός. Ήταν γιος ναυτικού και έμαθε λίγα γράμματα στο νησί του. Ακολούθησε το ναυτικό επάγγελμα των Ψαριανών ξεκινώντας από μούτσος, για να γίνει καπετάνιος επιδεικνύοντας ιδιαίτερη εξυπνάδα,… … Dictionary of Greek
Παρκερικά — Έτσι ονομάστηκε ο ναυτικός αποκλεισμός της χώρας τον Ιανουάριο του 1850 από ισχυρή μοίρα του αγγλικού στόλου με επικεφαλής τον ναύαρχο σερ Γουίλιαμ Πάρκερ και η έντονη διπλωματική δραστηριότητα που ακολούθησε, με σκοπό να υποχρεωθεί η οθωνική… … Dictionary of Greek